Η μπαλάντα του ποιητικού διαγωνισμού του Μπλουά
Πλάι στη βρύση πεθαίνω διψασμένοσ
Καίω σαν φωτιά και τρεμοτουρτουρώ
Στον τόπο μου ενώ ζω είμαι τέλεια ξένοσ
Κοντά στη στια τα δόντια κουρταλώ
Σα σκούλικασ γυμνόσ στολή φορώ
Γελώντασ κλαίω χωρίσ ελπίδα πια
Κουράγιο παίρνω απ'την απελπισιά
Χαίρουμαι κι όμωσ δεν έχω χαρέσ
Θεριό είμαι δίχωσ δύναμη καμιά
Καλόδεχτοσ διωγμένοσ με κλοτσιέσ
Στ' αβέβαιο πάντα βρίσκω τ' ορισμένωσ
Το ξάστερο το βλέπω σκοτεινό
Διστάζω για ό,τι πλέρια είμαι πεισμένοσ
Για κάθε ξαφνικό φιλοσοφώ
Κερδίζω και χαμένοσ θε να βγω
Όταν χαράζει λέω καλή νύχτιά
Ξαπλώνω λέω θα φάω καμιά βροντιά
Είμαι πλούσιοσ κι όλο έχω αδεκαριέσ
Μαγκούφησ καρτερώ κληρονομιά
Καλόδεχτοσ διωγμένοσ με κλοτσιέσ
Έγνοιεσ δεν έχω κι είμαι ιδεασμένοσ
Πλούτια να βρω μα δεν τα επιθυμώ
Απ' όσουσ με παινάνε προσβαλμένοσ
Και κοροϊδεύω ό,τι είναι σοβαρό
Φίλο έχω όποιον με πείσει πωσ γλυκό
Κελάηδημα είν' τησ κάργιασ η σκουξιά
Για όποιον με βλάφτει λέω πωσ μ'αγαπά
Το ίδιο μου είναι κι οι αλήθειεσ κι οι ψευτιέσ
Τα ξέρω όλα δε νιώθω τόσο δα
Καλόδεχτοσ διωγμένοσ με κλοτσιέσ
Πρίγκιπά μου μακρόθυμε καμιά
Γνώση δεν έχω και μυαλό σταλιά
Μα υπακούω στουσ νόμουσ τι άλλο θεσ
Πωσ τουσ μιστούσ να πάρω είπεσ ξανά
Καλόδεχτοσ διωγμένοσ με κλοτσιέσ