Η Δέσπω
Όταν πήγαινε στην βρύση
Το σταμνί τησ να γιομίσει
Με καμάρι το κρατούσε
Και με χάρη περπατούσε
Είχε γίνει μπιρμπιλιά
Κι ένα στόμα για φιλιά
Κι όλοι οι νιοι που την κοιτάζαν
Τρέχανε και την πειράζαν
Δέσπω δέσπω δέσπω το σταμνί σου
Δέσπω δέσπω το σταμνί σου
Κράτησέ το πιο καλά
Μη σου πέσει από το χέρι
Κι αν θα σπάσει δεν κολλά
Μη σου πέσει από το χέρι
Γιατί αν σπάσει δεν κολλά
Γέροι νιοι γι' αυτήν διψούσαν
Και τρελά την λαχταρούσαν
Κι είχανε κρυφά μεράκια
Για τησ δέσπωσ τα χειλάκια
Κι όσο έριχνε ματιέσ
Τόσο άναβε φωτιέσ
Κι έτσι όλοι διψασμένοι
Τησ φωνάζαν οι καημένοι
Δέσπω δέσπω δέσπω το σταμνί σου
Δέσπω δέσπω το σταμνί σου
Κράτησέ το πιο καλά
Μη σου πέσει από το χέρι
Γιατί αν σπάσει δεν κολλά
Μη σου πέσει από το χέρι
Γιατί αν σπάσει δεν κολλά